Αντιμετώπιση και διαδερμική θεραπεία σύμπλοκης στεφανιαίας νόσου και χρόνιων ολικών αποφράξεων

Τι είναι η χρόνια ολική απόφραξη των στεφανιαίων αγγείων;

Η χρόνια ολική απόφραξη των στεφανιαίων αγγείων αναφέρεται στην χρόνια πλήρη απόφραξη ενός ή περισσοτέρων στεφανιαίων αγγείων, όπου η στένωση του αγγείου φτάνει το 100%. Αυτή η κατάσταση έχει ως αποτέλεσμα την πλήρη εξάλειψη της φυσιολογικής ροής αίματος κατά μήκος του αγγείου.

Για να χαρακτηριστεί μία ολική απόφραξη ενός στεφανιαίου αγγείου ως χρόνια θα πρέπει η διάρκεια απόφραξης να είναι ίση ή μεγαλύτερη των τριών μηνών. Η διαδικασία περιλαμβάνει τη δημιουργία στένωσης στο αγγείο λόγω της αναπτυσσόμενης ενδοτοιχωματικής αθηρωματικής πλάκας, η οποία μεγαλώνει προοδευτικά και τελικώς οδηγεί σε πλήρη απόφραξη του αυλού του αγγείου.

Εν αντιθέσει με το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου κατά το οποίο η αρτηρία αποφράσσεται άμεσα και οξέως με αποτέλεσμα την εκδήλωση άμεσων συμπτωμάτων οξέος προκάρδιου άλγους στην ηρεμία, στις χρόνιες ολικές αποφράξεις των στεφανιαίων αγγείων, ο ασθενής δεν εμφανίζει συμπτώματα στην ηρεμία λόγω ανάπτυξης παράπλευρων αγγείων τα  οποία τροφοδοτούν με αίμα την αντίστοιχη περιοχή του μυός της καρδιάς και μέσο των οποίων σκιαγραφείται το περιφερικό ελεύθερο τμήμα της χρονίως αποφραγμένης αρτηρίας.

Η αθηρωματική πλάκα αποτελείται από λιπαρές ουσίες, χοληστερόλη, και άλλες ουσίες όπως άλατα ασβεστίου, φλεγμονώδη κύτταρα και ινώδης ιστός που συσσωρεύονται χρονίως στα τοιχώματα των αρτηριών, περιορίζοντας τη ροή του αίματος. Με την πάροδο του χρόνου, η συσσώρευση αυτού του υλικού μπορεί να προκαλέσει πλήρη απόφραξη του αγγείου.

Τι συμπτώματα έχουν οι ασθενείς με χρόνιες ολικές αποφράξεις των στεφανιαίων αγγείων;

Τα χρονίως αποφραγμένα στεφανιαία αγγεία, μπορεί να προκαλέσουν μια ποικιλία συμπτωμάτων που σχετίζονται με την ανεπαρκή παροχή αίματος στον καρδιακό μυ. Τα συμπτώματα αφορούν στην προσπάθεια και συνήθως δεν εμφανίζονται στην ηρεμία λόγω της ύπαρξης των παράπλευρων αγγείων που αναλαμβάνουν το ρόλο της αιμάτωσης της αντίστοιχης περιοχής του μυός της καρδιάς.

Ωστόσο, τα αγγεία αυτά λόγω του ότι είναι εξαιρετικά λεπτοφυή και μικρά δεν επαρκούν να καλύψουν τις ανάγκες του καρδιακού μυός σε αίμα και οξυγόνο κατά τη διάρκεια της προσπάθειας με αποτέλεσμα την εκδήλωση στηθαγχικών ενοχλημάτων.

Αυτά περιλαμβάνουν συνήθως τον πόνο στο στήθος. Αυτός ο πόνος, ο οποίος συνήθως περιγράφεται ως αίσθημα πίεσης, βάρους ή καψίματος στο κέντρο του στήθους, μπορεί να επεκταθεί στο αριστερό χέρι, τον λαιμό, ή την κάτω γνάθο, και συχνά εμφανίζεται κατά τη διάρκεια κάποιας προσπάθειας (περπάτημα, δουλειές στο σπίτι, άρση αντικειμένων μεγάλου βάρους, ανάβαση σε σκάλες ή στις ανηφόρες) σωματικής άσκησης ή συναισθηματικού στρες.

Επιπλέον, η δύσπνοια είναι ένα άλλο κοινό σύμπτωμα, το οποίο προκύπτει όταν η καρδιά δεν μπορεί να αντλήσει επαρκές αίμα για να καλύψει τις ανάγκες του σώματος. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αίσθημα δυσχέρειας στην αναπνοή, που συχνά γίνεται πιο έντονο κατά τη διάρκεια της σωματικής δραστηριότητας ή σε ηρεμία σε πιο προχωρημένες καταστάσεις.

Η κόπωση και η γενική αδυναμία είναι επίσης σημαντικά συμπτώματα που σχετίζονται με τη μείωση της ροής του αίματος στην καρδιά. Η έλλειψη επαρκούς οξυγόνου στους ιστούς της καρδιάς μπορεί να προκαλέσει αίσθημα κούρασης και εξάντλησης, ακόμη και μετά από ελάχιστη σωματική δραστηριότητα.

Άλλα συμπτώματα που μπορεί να εμφανιστούν περιλαμβάνουν ναυτία, εφίδρωση, και αίσθημα ζάλης ή λιποθυμίας, τα οποία συνδέονται με τη μειωμένη αιμάτωση και την ανεπάρκεια οξυγόνου που φέρνει η απόφραξη των αγγείων.

Συχνά, η αίσθηση αυτών των συμπτωμάτων μπορεί να διαταράξει τον ύπνο, με αποτέλεσμα προβλήματα ύπνου που σχετίζονται με την καρδιοαγγειακή δυσλειτουργία.

Αυτά τα συμπτώματα προκύπτουν καθώς η καρδιά προσπαθεί να προσαρμοστεί στη μειωμένη παροχή αίματος και οξυγόνου, και η παρακολούθηση και η έγκαιρη διάγνωση είναι κρίσιμες για την αποτελεσματική διαχείριση και την πρόληψη σοβαρών καρδιοαγγειακών επιπλοκών.

Ποια είναι τα αίτια της χρόνιας απόφραξης των στεφανιαίων αρτηριών;

 Οι αποφραγμένες στεφανιαίες αρτηρίες, που οδηγούν σε μειωμένη ροή αίματος προς την καρδιά, οφείλονται κυρίως σε δύο κύριες αιτίες: την προοδευτικά αυξανόμενη αθηροσκληρυντική νόσο που οδηγεί σε προοδευτικά αυξανόμενες στενώσεις και τελικώς στην πλήρη απόφραξη των στεφανιαίων αγγείων και την ανάπτυξη παράπλευρων αγγείων που αναλαμβάνουν το ρόλο της αιμάτωσης της αντίστοιχης περιοχής στον καρδιακό μυ και τον οξύ σχηματισμό θρόμβων λόγω ρήξης των αθηρωματικών πλακών.

Στην τελευταία περίπτωση ενδέχεται να μην προκληθούν συμπτώματα (σιωπηλό έμφραγμα του μυοκαρδίου – silent heart attack) με αποτέλεσμα την χρόνια απόφραξη της αρτηρίας και την μόνιμη νέκρωση του αντίστοιχου μυοκαρδιακού τμήματος.

Η αθηροσκλήρωση είναι η διαδικασία κατά την οποία δημιουργούνται αθηρωματικές πλάκες, που αποτελούνται από λιπαρές ουσίες, χοληστερόλη, και άλλες ουσίες, όπως άλατα ασβεστίου, φλεγμονώδη κύτταρα και ινώδης ιστός που αναπτύσσονται προοδευτικά στα τοιχώματα των αρτηριών. Αυτές οι πλάκες συσσωρεύονται με την πάροδο του χρόνου και προκαλούν πλήρη απόφραξη του αγγείου, περιορίζοντας την ικανότητα της αρτηρίας να μεταφέρει αίμα.

Η διαδικασία αυτή επιδεινώνεται από παράγοντες κινδύνου όπως η υψηλή χοληστερόλη, η υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης, το κάπνισμα και η παχυσαρκία. Ένας άλλος παράγοντας, ο οποίος επιταχύνει την εξέλιξη της αθηρωματικής νόσου και οδηγεί σε πλήρη απόφραξη των γηγενών αρτηριών είναι το ιστορικό αορτοστεφανιαίας παράκαμψης.

Ο σχηματισμός θρόμβων είναι η δεύτερη αιτία δημιουργίας χρόνιων ολικών αποφράξεων των στεφανιαίων αρτηριών. Όταν μια αθηρωματική πλάκα ραγεί, προκαλεί την απελευθέρωση ουσιών που προάγουν την πήξη του αίματος. Αυτό οδηγεί στη δημιουργία θρόμβου που μπορεί να φράξει πλήρως το αγγείο, εμποδίζοντας τη ροή του αίματος και προκαλώντας ισχαιμία ή ακόμα και έμφραγμα του μυοκαρδίου.

Ωστόσο, λόγω απουσίας συμπτωμάτων ο ασθενής δεν οδηγείται σε στο νοσοκομείο για τη διενέργεια άμεσης στεφανιογραφίας και πρωτογενούς αγγειοπλαστικής με αποτέλεσμα τη χρόνια απόφραξη του αγγείου, η οποία διαγιγνώσκεται τυχαία σε δεύτερο χρόνο.

Στη δημιουργία της αθηροσκληρυντικής νόσου συμμετέχουν όλοι οι κλασσικοί παράγοντες κινδύνου, όπως η αυξημένη χοληστερίνη, η αρτηριακή υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης, η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, η ηλικία, το φύλο, το κάπνισμα, η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας, η κακή διατροφή, το αυξημένο σωματικό βάρος που επιδεινώνουν τη διαδικασία της αθηροσκλήρυνσης και προδιαθέτουν στη δημιουργία θρόμβων.

Πως γίνεται η διάγνωση;

Η διάγνωση των χρονίως αποφραγμένων στεφανιαίων αρτηριών περιλαμβάνει μια σειρά εξετάσεων και διαδικασιών που αποσκοπούν στην αξιολόγηση της κατάστασης των αγγείων και της καρδιοαγγειακής λειτουργίας.

Η διάγνωση τίθεται με τη διενέργεια της διαγνωστικής στεφανιογραφίας, η οποία μας επιτρέπει την πλήρη αξιολόγηση του προβλήματος με την ανάδειξη του σημείου της απόφραξης , του μήκους του τμήματος της αρτηρίας που έχει αποφραχθεί και των παράπλευρων αγγείων που τροφοδοτούν με αίμα το ελεύθερο περιφερικό τμήμα της αποφραχθείσας αρτηρίας και το αντίστοιχο τμήμα του μυός της καρδιάς.

Επιπλέον,  η ανατομική εκτίμηση με τη χρήση της αξονικής στεφανιογραφίας μας επιτρέπει εκτός της διάγνωσης της χρόνιας απόφραξης να αντλήσουμε επιπλέον πληροφορίες αναφορικά με τη σύσταση της αθηρωματικής πλάκας που προκαλεί την χρόνια ολική απόφραξη (όπως αν πρόκειται για «μαλακή» αθηρωματική ή επασβεστωμένη αθηρωματική πλάκα) αλλά και για το μήκος της απόφραξης και τον ακριβή καθορισμό του σημείου που ξεκινάει η απόφραξη του αγγείου, όπως σε αποφράξεις που εντοπίζονται σε σημεία που η αποφραγμένη αρτηρία διχάζεται με κάποιον άλλο κλάδο.

Παρακάτω αναφέρονται τα κύρια βήματα και οι κυριότερες διαγνωστικές δοκιμασίες αξιολόγησης των ασθενών με χρόνιες ολικές αποφράξεις των στεφανιαίων αγγείων.

  1. Κλινική Αξιολόγηση: Ο γιατρός αρχικά καταγράφει τα συμπτώματα του ασθενούς, όπως ο πόνος στο στήθος, η δύσπνοια και η κόπωση στην προσπάθεια καθώς η ύπαρξη συμπτωμάτων αποτελεί τον βασικό παράγοντα που καθορίζει την απόφαση για την απόπειρα διάνοιξης των χρόνιων ολικών αποφράξεων. Αξιολογούνται επίσης οι παράγοντες κινδύνου για στεφανιαία νόσο, όπως η ηλικία, το οικογενειακό ιστορικό, η υπέρταση, η υψηλή χοληστερόλη, ο σακχαρώδης διαβήτης, νεφρική ανεπάρκεια και η παχυσαρκία καθώς και το ιστορικό προηγούμενης χειρουργικής επαναγγείωσης με επέμβαση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης (bypass).
  2. Ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ): Το ΗΚΓ είναι μια βασική εξέταση που καταγράφει την ηλεκτρική δραστηριότητα της καρδιάς. Μπορεί να δείξει αν υπάρχουν διαταραχές στον καρδιακό ρυθμό ή άλλες διαταραχές της ηλεκτρικής δραστηριότητας της καρδιάς που αποτελούν έμμεσες ενδείξεις ισχαιμίας ή πιθανού παλαιού εμφράγματος του μυοκαρδίου.
  3. Αιματολογικές εξετάσεις: Εξετάσεις αίματος, για την αξιολόγηση και αντιμετώπιση παραγόντων κινδύνου, όπως δυσλιπιδαιμία, σακχαρώδης διαβήτης, χρόνια νεφρική ανεπάρκεια αλλά και της γενικής κατάστασης του ασθενούς.
  4. Υπερηχοκαρδιογράφημα: Με την εξέταση αυτή γίνεται εκτίμηση της συνολικής καρδιακής λειτουργίας αλλά και των επιμέρους τμημάτων του καρδιακού μυός τα οποία ενδέχεται σε περιπτώσεις χρόνιων ολικών αποφράξεων να υπολειτουργούν και να εμφανίζονται υποκινητικά.
  5. Στεφανιογραφία (Angiography): Η στεφανιογραφία είναι η πιο άμεση μέθοδος για την αξιολόγηση της κατάστασης των στεφανιαίων αρτηριών. Περιλαμβάνει τη χρήση ενός ειδικού καθετήρα που εισάγεται μέσω της κερκιδικής (χέρι) ή της μηριαίας αρτηρίας (πόδι) και εν συνεχεία προωθείται στην καρδιά, και μέσο του οποίου εγχέεται εκλεκτικά σκιαγραφικό υγρό σε καθεμία από τις στεφανιαίες αρτηρίες που είναι υπεύθυνες για την παροχή αίματος στην καρδιά. Αυτό το υγρό επιτρέπει την απεικόνιση των στεφανιαίων αρτηριών μέσω ακτινοσκοπικών εικόνων και την ανάδειξη των χρονίως αποφραγμένων αρτηριών.
  6. Αξονική Στεφανιογραφία (CT Angiography): Μη επεμβατική μέθοδος, όπου μέσο της ενδοφλέβιας χορήγησης άπαξ δόσης σκιαγραφικού παράγοντα, πραγματοποιείται άμεση απεικόνιση του αυλού και του τοιχώματος των στεφανιαίων αρτηριών. Η ικανότητα της συγκεκριμένης εξέτασης, εφόσον είναι τεχνικώς άρτια, στην διάγνωση και τον αποκλεισμό της στεφανιαίας νόσου είναι εξαιρετικά υψηλή. Μέσο της συγκεκριμένης εξέτασης αξιολογείται λεπτομερώς όλο το τμήμα της απόφραξης των στεφανιαίων αγγείων με ακριβή καθορισμό του σημείου της απόφραξης, της σύστασης της αθηρωματική πλάκας και του συνολικού μήκους της απόφραξης. Οι παραπάνω πληροφορίες είναι ιδιαίτερης σημασίας καθώς μέσω αυτών δύναται να καθοριστεί η στρατηγική διαδερμικής επαναγγείωσης της χρόνιας ολικής απόφραξης όπως ορθόδρομη ή ανάδρομη διάνοιξη και χρήση ειδικών συσκευών επανεισόδου.
  7. Μαγνητική Τομογραφία Καρδιάς (Cardiac MRI): Αυτή η εξέταση παρέχει λεπτομερείς εικόνες της καρδιάς και παρέχει πληροφορίες για την συνολική καρδιακή λειτουργία και επιπλέον της βιωσιμότητας ή της έκτασης της μόνιμης μυοκαρδιακής βλάβης στο τμήμα της καρδιάς που αντιστοιχεί στην χρονίως αποφραγμένη στεφανιαία αρτηρία. Η συγκεκριμένη πληροφορία είναι εξαιρετικά σημαντική καθώς σύμφωνα με αυτή θα καθοριστεί η απόφαση της διάνοιξης της αποφραγμένης αρτηρίας καθώς σε περίπτωση μόνιμης καθολικής βλάβης ενός τμήματος μειώνεται σημαντικά το όφελος μετά την απόπειρα διαδερμικής επαναγγείωσης της αποφραγμένης αρτηρίας. Επίσης με την επιπλέον διενέργεια της stress MRI καρδιάς μπορεί να εκτιμηθεί ο βαθμός αναστρέψιμης ισχαιμίας λόγω της χρονίως αποφραγμένης αρτηρίας. Όσο μεγαλύτερος ο βαθμός ισχαιμίας τόσο μεγαλύτερη και η ένδειξη για την επαναγγείωση της χρονίως αποφραγμένης αρτηρίας
  8. Δοκιμασία με δυναμική υπερηχοκαρδιογραφική μελέτη (stress echo): Πρόκειται για μη επεμβατική λειτουργική δοκιμασία κατά την οποία ο ασθενής εξετάζεται με την διενέργεια διαθωρακικού υπερηχοκαρδιογραφήματος κατά την ηρεμία και κατόπιν είτε κατά τη διάρκεια φαρμακευτικού stress με τη χορήγηση φαρμακευτικού παράγοντα (δοβουταμίνης) είτε κατά την άσκηση πάνω σε ποδήλατο. Η ένταση του stress αυξάνεται προοδευτικά είτε με την προοδευτική αύξηση της χορηγούμενης δόσης φαρμάκου είτε με την προοδευτική αύξηση της έντασης της άσκησης μέχρι την επίτευξη της επιθυμητής για την ηλικία καρδιακής συχνότητας. Κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας αξιολογούνται τα συμπτώματα του ασθενούς όπως δυσφορία και πόνος στο στήθος, δύσπνοια και λαχάνιασμα, αίσθημα λιποθυμίας, κόπωση, το ηλεκτροκαρδιογράφημα για τυχόν δυναμικές παθολογικές αλλοιώσεις ή αρρυθμίες κατά τη διάρκεια του stress ή της φάσης αποκατάστασης μετά τη διακοπή stress (recovery) και κυρίως διαταραχές στην κινητικότητα των διαφόρων τμημάτων του καρδιακού μυός. Μάλιστα για να βελτιωθεί η διαγνωστική ακρίβεια της δοκιμασίας και ειδικά σε ασθενείς με πτωχά και κακής ποιότητας ακουστικά παράθυρα χορηγείται ενδοφλεβίως παράγοντας ηχοαντίθεσης (contrast), ο οποίος βελτιώνει σημαντικά την ποιότητα των εικόνων και άρα τη διαγνωστική ακρίβεια της εξέτασης. Ο ασθενής κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας είναι συνδεδεμένος με ηλεκτρόδια και βρίσκεται σε συνεχή ηλεκτροκαρδιογραφική παρακολούθηση. Μέσο της συγκεκριμένης εξέτασης μπορεί να εκτιμηθεί ο βαθμός αναστρέψιμης ισχαιμίας λόγω της χρονίως αποφραγμένης αρτηρίας. Όσο μεγαλύτερος ο βαθμός ισχαιμίας τόσο μεγαλύτερη και η ένδειξη για την επαναγγείωση της χρονίως αποφραγμένης αρτηρίας. Επιπλέον, με τη συγκεκριμένη εξέταση μπορεί να αξιολογηθούν οι εφεδρείες του μυός της καρδιάς και η βιωσιμότητα του τμήματος του μυοκαρδίου που αντιστοιχεί στην χρονίως αποφραγμένης στεφανιαία αρτηρία.
  9. Δοκιμασία με δυναμικό σπινθηρογράφημα (SPECT): Πρόκειται για μη επεμβατική λειτουργική δοκιμασία κατά την οποία ο ασθενής εξετάζεται πριν και μετά την χορήγηση παράγοντα πρόκλησης υπεραιμίας όπως το regadenoson ή η διπυριδαμόλη ή πριν και κατά τη διάρκεια άσκησης σε ποδήλατο ή κυλιόμενο τάπητα. Και στις δύο περιπτώσεις αξιολογείται η πρόσληψη ειδικού ραδιοφαρμάκου, όπως ραδιενεργό ισότοπο θαλίου ή τεχνητίου από τα μυοκαρδιακά κύτταρα. Η μειωμένη πρόσληψη του ραδιοφαρμάκου από τα μυοκαρδιακά κύτταρα κατά τη διάρκεια του stress συγκριτικά με τη φάση ηρεμίας είναι ενδεικτική αναστρέψιμης μυοκαρδιακής ισχαιμίας και άρα πιθανών σημαντικών στενώσεων των στεφανιαίων αγγείων. Μέσο της συγκεκριμένης εξέτασης μπορεί να εκτιμηθεί ο βαθμός αναστρέψιμης ισχαιμίας λόγω της χρονίως αποφραγμένης αρτηρίας. Όσο μεγαλύτερος ο βαθμός ισχαιμίας τόσο μεγαλύτερη και η ένδειξη για την επαναγγείωση της χρονίως αποφραγμένης αρτηρίας. Επιπλέον, με τη συγκεκριμένη εξέταση μπορεί να αξιολογηθεί η βιωσιμότητα του τμήματος του μυοκαρδίου που αντιστοιχεί στην χρονίως αποφραγμένης στεφανιαία αρτηρία.

Η επιλογή της κατάλληλης εξέτασης ή συνδυασμού εξετάσεων εξαρτάται από την κλινική εικόνα του ασθενούς και την υποψία του γιατρού για στεφανιαία νόσο. Η σωστή διάγνωση είναι κρίσιμη για την αποτελεσματική διαχείριση και θεραπεία των χρονίως αποφραγμένων στεφανιαίων αρτηριών.

Πως αντιμετωπίζεται η χρόνια ολική απόφραξη των στεφανιαίων αγγείων;

Οι χρόνιες ολικές αποφράξεις των στεφανιαίων αγγείων είναι συχνές. Η επίπτωση των χρόνιων ολικών αποφράξεων σε ασθενείς που υποβάλλονται σε διαγνωστική στεφανιογραφία είναι υψηλή (20-30%), ενώ στους ασθενείς με ιστορικό αορτοστεφανιαίας παράκαμψης (bypass), η επίπτωση είναι ακόμα μεγαλύτερη > 50%.

Η χρόνια ολική απόφραξη των στεφανιαίων αγγείων αντιμετωπίζεται με συνδυασμό φαρμακευτικής αγωγής και επεμβατικών διαδικασιών, ανάλογα με την κατάσταση του ασθενούς και την έκταση της απόφραξης.

Η αρχική προσέγγιση περιλαμβάνει συνήθως φαρμακευτική θεραπεία για τη διαχείριση των συμπτωμάτων και τη βελτίωση της καρδιοαγγειακής υγείας. Στους ασθενείς συχνά συνταγογραφούνται αντιαιμοπεταλιακά φάρμακα, όπως η ασπιρίνη ή η κλοπιδογρέλη, για να μειώσουν τον κίνδυνο καρδιοαγγειακών επεισοδίων.

Τα φάρμακα που μειώνουν τη χοληστερόλη, όπως οι στατίνες, είναι επίσης κρίσιμα για την επιβράδυνση ή την αναστροφή της αθηροσκλήρωσης. Σε πολλές περιπτώσεις, συνταγογραφούνται επίσης β-αναστολείς και άλλα αντιστηθαγχικά φάρμακα όπως νιτρώδη και αναστολείς διαύλων ασβεστίου και  αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης (ACE inhibitors) για να μειώσουν το φορτίο εργασίας της καρδιάς, να βελτιώσουν την καρδιαγγειακή λειτουργία και τα συμπτώματα προκάρδιου άλγους.

Εάν η φαρμακευτική αγωγή δεν είναι επαρκής και ο ασθενής παρουσιάζει συμπτώματα με στηθαγχικές ενοχλήσεις (σφίξιμο και βάρος στο στήθος, λαχάνιασμα και δύσπνοια, κόπωση) η επαναγγείωση είναι η πιο αποτελεσματική μέθοδος για τη βελτίωση των συμπτωμάτων του ασθενούς.

Επίσης, η επαναγγείωση των χρόνιων ολικών αποφράξεων των στεφανιαίων αγγείων μπορεί να μειώσει των κίνδυνο αρρυθμιών ενώ η διάνοιξη του χρονίως αποφραγμένου αγγείου μειώνει τον κίνδυνο που ενδεχομένως μπορεί να προκύψει από την οξεία απόφραξη ενός δεύτερου στεφανιαίου αγγείου (double jeopardy theory) σε περίπτωση οξέος εμφράγματος του μυοκαρδίου.

Σε περίπτωση νόσου ενός ή δύο αγγείων,  η διαδερμική αγγειοπλαστική με τοποθέτηση stent είναι μία από τις κύριες επεμβατικές θεραπείες που χρησιμοποιούνται για την αποκατάσταση της ροής αίματος σε χρονίως αποφραγμένες αρτηρίες.

Η διαδερμική επαναγγείωση των χρόνιων ολικών αποφράξεων, είναι πιο σύμπλοκη συγκριτικά με την επαναγγείωση σε βλάβες που δε συνοδεύονται με πλήρη απόφραξη και απαιτεί ειδικό εξοπλισμό, ο οποίος περιλαμβάνει ειδικά σύρματα, μικροκαθετήρες και εξειδικευμένες συσκευές επανεισόδου στον αληθή αυλό του αγγείου. Οι στρατηγικές που ακολουθούνται περιλαμβάνουν την ορθόδρομη (antegrade approach) και την ανάδρομη προσπέλαση (retrograde approach).

Σε οποιαδήποτε από τις δύο προσπελάσεις, τα οδηγά σύρματα ενδέχεται να περάσουν εντός του τοιχώματος του αγγείου (subintimal tracking/dissection plane), οπότε σε αυτή τη περίπτωση εφαρμόζονται τεχνικές επανεισόδου (antegrade dissection reentry/ADR και reverse controlled antegrade and retrograde subintimal tracking/reverse CART). Η πιθανότητα επιτυχούς διάνοιξης του αγγείου από έμπειρους και εξοικειωμένους με τη συγκεκριμένη επέμβαση επεμβατικούς καρδιολόγους ανέρχεται σε 85-90%.

Διαδερμική Επαναγγείωση Των Χρόνιων Ολικών Αποφράξεων: Κίνδυνοι

 Ο κίνδυνος επιπλοκών ανέρχεται σε 1-2% σχετίζεται ως επί τω πλείστων με την ανάδρομη προσπέλαση και περιλαμβάνει:

  • Καρδιακή ανακοπή/θάνατος 0.4%
  • Αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο 0.1%
  • Καρδιακός επιπωματισμός (μεγάλη συλλογή υγρού γύρω από την καρδιά) και ανάγκη για εκκενωτική παρακέντηση 0.5%
  • Διάτρηση στεφανιαίου αγγείου 3.2%
  • Περιεπεμβατικό έμφραγμα του μυοκαρδίου < 3%
  • Οξεία νεφρική ανεπάρκεια από τη χρήση ιωδιούχου σκιαγραφικού < 1%

Οι ενδείξεις για την διαδερμική επαναγγείωση των χρόνιων ολικών αποφράξεων περιλαμβάνουν τη παρουσία συμπτωμάτων στηθάγχης (προκάρδιο άλγος/δυσφορία) ή ισοδύναμων στηθάγχης όπως δύσπνοια στη προσπάθεια παρά την υποκείμενη φαρμακευτική αγωγή. Πρόσφατες προοπτικές κλινικές μελέτες και πλήθος αναδρομικών μελετών έχουν δείξει πως η επιτυχής διαδερμική επαναγγείωση των χρόνιων ολικών αποφράξεων οδηγεί σε σημαντική βελτίωση των συμπτωμάτων και της ποιότητας ζωής των ασθενών

Η απόφαση για τη διαδερμική επαναγγείωση με αγγειοπλαστική λαμβάνεται μετά από προσεκτική συζήτηση με των ασθενή λαμβάνοντας υπόψιν τα οφέλη από τη διάνοιξη του αποφραγμένου αγγείου έναντι των κινδύνων που σχετίζονται με την επέμβαση

Σε περιπτώσεις όπου η αγγειοπλαστική δεν είναι εφικτή ή δεν αποφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, η χειρουργική επέμβαση παράκαμψης (bypass surgery) μπορεί να είναι απαραίτητη. Αυτή η διαδικασία περιλαμβάνει τη δημιουργία μιας νέας διαδρομής για τη ροή του αίματος γύρω από την απόφραξη, χρησιμοποιώντας ένα μόσχευμα, όπως μια υγιή φλέβα από άλλο μέρος του σώματος ή μια τεχνητή συσκευή.

Η διαχείριση της χρόνιας ολικής απόφραξης απαιτεί μια πολυδιάστατη προσέγγιση, περιλαμβάνοντας όλες τις ως άνω παρεμβάσεις και τη συνεχή παρακολούθηση και τροποποίηση του τρόπου ζωής του ασθενούς, όπως η υγιεινή διατροφή, η τακτική σωματική άσκηση, και η αποφυγή καπνίσματος.

Με την κατάλληλη θεραπεία και παρακολούθηση, οι ασθενείς μπορούν να βελτιώσουν την ποιότητα της ζωής τους και να μειώσουν τον κίνδυνο σοβαρών καρδιοαγγειακών επιπλοκών.

Σχετικά Video

Προγραμματίστε το ραντεβού σας σήμερα!